Κυριακή 13 Μαρτίου 2011

Η Σταχτομπούτα

 
Μια φορά κι έναν καιρό ήτανε, όχι πολύ μακριά από δω, ένας δημόσιος υπάλληλος που είχε μια πανέμορφη κόρη. Ο κύριος αυτός χήρεψε νωρίς καθώς η γυναίκα του πέθανε από λόξυγγα. Όπως καταλαβαίνετε μιλάμε για έναν γκαντέμη άνδρα, ο οποίος κάποια στιγμή αποφάσισε να ξαναφτιάξει τη ζωή του. Παντρεύτηκε λοιπόν μια γυναίκα καρακάξα (μεταφορικά...) η οποία είχε δύο κόρες τη Ρίτσα (απ' το Μουχρίτσα) και την Νίτσα (από το Κωλοπετεινίτσα). Τώρα τί της βρήκε, δεν μπορώ να σας το πω εγώ, ρωτήστε τον ίδιο άμα τον βρείτε κάποια στιγμή...

Αφού λοιπόν του φάγανε την ψυχή, κάποια στιγμή πέθανε και άφησε πίσω την Πανωραία, την πανέμορφη κόρη του. Η γυναίκα-καρακάξα λοιπόν κληρονομεί χωράφια αμπέλια, αμπέλια, κινητά και ακίνητα, κάποια τα κρατάει γι' αυτήν, κάποια τα μεταβιβάζει στις κόρες τις  (παρά την οικονομική κρίση που επικρατούσε στο βασίλειο κατά την οποία ο φόρος γονικής παροχής είχε φτάσει στα ύψη. Η γυναίκα-καρακάξα για να μην σας τα πολυλογό, μαζί με τις κόρες-καρακαξούλια της εκμεταλλευόνταν την Πανωραία. Της βάζαν να κάνει όλες τις δουλειές του σπιτιού, πλύσιμο, ντύσιμο, σφουγγάρισμα, σίδερο και ούτω καθεξής, ενώ αυτές το 'ξυναν ολημερίς. Μάλιστα της επέβαλλαν να καθαρίζει την καμινάδα με το φουστάνι της, με αποτέλεσμα να σταχτώνονται τα μπουτάκια της. Έτσι, κοροϊδευτικά της βγάλαν το παρατσούκλι Σταχτομπούτα. Τα καπρίτσια που της κάνανε ήτανε πολλά και ή καημένη στεναχωριότανε πολύ! Αποκορύφωμα της γαϊδουριάς τους, ήτανε όταν της ψώνισαν ένα ζευγάρι γόβες από την λαϊκή και την υποχρέωσαν να σφουγγαρίζει φορώντας τες. ΝΑ κάτι πόδια τούμπανο πρησμένα μετά! Η αλήθεια είναι ότι την καταπίεζαν τόσο πολύ γιατί αυτή ήτανε τόσο πανέμορφη, και αυτές τόσο μπάζα που δεν άντεχαν στην σύγκριση!
Να μην τα πολυλογούμε, κάποια στιγμή οι μεγαλοκαναλάρχες της χώρας προκύρηκαν διαγωνισμό ομορφιάς σε στυλ ρεάλιτη ονόματι Dancing with a πουσταρ. Σ' αυτό το διαγωνισμό πήραν μέρος όλες οι γυναίκες της χώρας, γιατί η νικήτρια θα παντρευόταν με έναν γιο εφοπλιστή και μοντέλο, τον Γιώργο Ξεπαρθένη. Οι διαγωνιζόμενες έπρεπε να γίνουν όσο πιο όμορφες μπορούσαν και να χορέψουν με τον Γιώργη, τον γόη τον καραμπουζουκλή!
Ξεκίνησαν λοιόν οι διαφημήσεις στα κανάλια, στα ραδιόφωνα, στα πρωϊνάδικα, στα μεσημεριανάδικα, στα δεκατιανάδικα, στα μεσανυχτάδικα κ.ο.κ. καταφέροντας να σπάσουν τα νεύρα στο μέσο άνδρα τηλεθεατή. Χαρακτηριστηκές ήτανε μάλιστα οι πολύ ενδιαφέρουσες λεπτομέρειες, τύπου πόσα εκατοστά θα είναι κομμένη η μορταδέλα στο μπουφέ του club που θα γινόταν ο διαγωνισμός. Αναπόφευκτα η είδηση έφτασε και στα αυτιά της Σταχτομπούτα. Ξάφνου μέσα της ένιωσε ότι κάτι θα μπορούσε να αλλάξει στη μίζερη ζωή της! Έπρεπε να την Ξεπαρθενιάσει ο Ξεπαρθένης! Φυσικά η ανακοίνωση της επιθυμίας της στην γυναίκα-καρακάξα και τις κόρες της συνοδεύτηκε από μομφή και ειρωνίες. Ήτανε προφανές ότι αυτή η λήξα ήθελε να κερδίσουν οι κόρες της. Οπότε τη φόρτωσαν με ό,τι παπαριά δουλειά μπορούσαν να σκεφτούν προκειμένου να μην προκάμει ν απάει στο event. 
Στο μεταξύ στη χώρα επικρατούσε ένας δαιμόνιος πανικός! Όλες οι γυναίκες έτρεχαν σαν τις παλαβές ολημερίς κι οληνυχτίς μα στρώσουν μαλλί, να φτιάξουν νύχια, ν' αγοράσουν φορέματα (και λοιπές παπαριές που κάνουν οι γυναίκες όταν ενθουσιάζονται για κάτι, άσχετο εάν τα χρειάζονται ή όχι. Από την όλη ιστορία, τρίβαν τα χέρια τους μόνο οι ιδιοκτήτες ινστιτούτων αδυνατίσματος που υπόσχονταν επαναστατικές μεθόδους αδυνατίσματος με απώλεια έως και 10 κιλών σε μια βδομάδα. Βέβαια οι περισσότερες πελάτισσες έχαναν 1 βδομάδα μέσα σε 7 μέρες...Στον ρυθμό αυτόν λοιπόν, έτρεχαν και η Νίτσα με τη Ρίτσα ενώ η καημένη η Σταχτομπούτα δεν προλάβαινε να κάνει τίποτα απ' όλα αυτά. 
Το βράδυ του gala, όλα ήτανε έτοιμα! Η Ρίτσα και η Νίτσα ντύθηκαν σαν ξεκούρδιστες λατέρνες (σκέτη παραφωνία δηλαδή το ντύσιμο)! Το κιτς σε όλο του το μεγαλείο. 
Καταρχήν φορούσαν και οι δυο ακριβώς την ίδια μικροσκοπική φούστα (μάλλον φαρδιά ζώνη θα την έλεγες), ώστε να φαίνεται ότι κυτταρίτιδα υπήρχε και δεν υπήρχε. Κάτι αξεσουάρ που θα τα ζήλευε και η Γερακίνα που κίνησε για νερό και τα βραχιόλια της βροντούσαν, και από μια τιγρέ μπλούζα μέ ένα ντεκολτέ βαθύ σαν πηγάδι. 
Ξεκίνησαν λοιπόν να φύγουν και γύρισαν ειρωνικά προς τη Σταχτομπούτα και της έκαναν κωλοδάκτυλο την ώρα που βγαίνανε από την πόρτα. Η καημένη η Σταχτομπούτα λούφαξε δίπλα απ' το τζάκι και έκλαιγε τη μοίρα της. Ξαφνικά! Εμφανίζεται μπροστά της μια νεράιδα.!
- Γιατί κλαις καλή μου;
- Να γιατί έχει χορό και δεν μπορώ να πάω να χορέψω με τον Ξεπαρθένη!
- Ε και γι' αυτό στεναχωριέσαι μωρέ; Θα σου κάνω κατάστα εγώ!
- Ποια είσαι συ καλή μου νεράιδα;
- Να είμαι ξές...η κουμπάρα του πατέρα σου, έκανε κομπιάζοντας (και για μια στιγμή τα μάτια της φάνηκε να αναπωλούσαν κάτι πρόστυχο)
- Δεν σε ξέρω! Δε μου έφερες ποτέ λαμπάδα Barba το Πάσχα!
- Η αλήθεια είναι ότι είμαι απαράδεκτη ως νονά, αλλά όλοι δικαιούνται μια δεύτερη ευκαιρία έτσι δεν είναι; Είπε και κοιτάζοντας παρακλητικά...
- ΟΚ, αλλά δεν νομίζω να έχει νόημα πλέον...Άρχισα να μακραίνω φράτζα και να ακούω γλυκανάλατα ροκ. Θα γίνω Emo...life sucks...
- Έλα μην ακούω μαλακίες...Θα σε κάνω εγώ γκομενάρα και θα τους θαμπώσεις όλους στο πάρτυ. 
Λεγοντας αυτές τις λέξεις, ψέλισε κάποια μαγικά λόγια (Σήκω Ανδρέα να δεις τα χάλια μας θαρρούν πολλοί πως είπε...) και η Σταχτομπούτα ντύμετε με ένα φόρεμα αισθησιακό κεντημένο με διαμαντόπετρα και νεραϊδόσκονη σε χρώμα κόκκινο του πάθους και του ΚΚΕ. Ήτανε κεντημένο από τους πιο ακριβοπληρωμένους μοδίστρους του οίκου Χαρ-Μάνη, που ανήκε σε κάποιον Χαράλαμπο Μάνη. Η χιονάτη κοιτάχτηκε στον καθρέφτη και της κόπηκε η μιλιά!
- Φέρε μου μια κολοκύθα τώρα να σου βρω μεταφορικό μέσον, γιατί το εισητήριο στα λεωφορεία αυξήθηκε, ποδήλατο δεν μπορείς να οδηγήσεις μ' αυτό το φόρεμα και όλοι οι λιγούρες οι ταρίφες θα στην πέφτουν...
-Κολοκύθα δεν έχουμε...είπε με αγωνία...με αγγούρι τί πέρνω;
- Ένα κανό κι έναν δονητή με επαναφορτιζόμενες μπαταρίες, δεν νομίζω να σου κάνουν αυτά όμως...
- ΑΑΑ! (Αναφώνησε η Σταχτομπούτα με χαρά) Βρήκα ένα καρπούζι!
- Μας κάνει κι αυτό είπε με χαρά η νεράιδα. 
Φέρνει το καρπούζι η Σταχτομπούτα και με δύο κινήσεις του ραβδιού της νεράιδας σαν να ξιφομαχούσε, αυτό μεταμορφώθηκε σε μία Porde Coyot (προηγούμε μοντέλο της Porche Cayenne)
- Χμ...κάτι μας λείπει είπε η νεράιδα...Ο σοφέρ! Φέρε μου σε παρακαλώ μία γαλλική μπαγκέτα να σου φτιάξω έναν Γάλλο gentleman για σοφέρ. 
-Αχ βρε νονά...ξέρεις δεν πήγα για ψώνια σήμερα. Μόνο κάτι γύφτικα φασόλια έχω από το μεσημέρι! Τί μπορείς να κάνεις μ' αυτά;
Η νεράιδα κούνησε το ραβδί, και τα φασόλια μεταμορφώθηκαν σε δύο ψηλούς γεροδεμένους μαύρους gangstaz σοφέρ από τη Νουμιδία. 
-Είσαι έτοιμη καλή μου! Μόνο πρόσεχε να έρθεις πριν τις 12, γιατί τα μάγια θα λυθούν!
Από τη χαρά της βέβαια η Σταχτομπούτα έγραψε στους δίδυμους γεννετήσιους αδένες της την καλή νονάτης και μπήκε όλο χαρά μέσα στο αυτοκίνητο. 
Γυρνάει ο μαύρος σοφέρ και ρωτάει:
-Καλέ κυρία γκια που είμαστε;
- Club Privileg, και βάλε καμιά μουσικούλα μέχρ να πάμε. Ο σοφέρ έγνεψε καταφατικά και έχωσε ένα CD me RnB στο CD-player, έβαλε τα ηχεία στην τσίτα, μαρσάρει, κάνια μια σπινιά, και φεύγει να δαμάσει τους δρόμους επιμελώς προσέχοντας μην πατήσει τις καμιά λακούβα και χαλάσει κάνα σασί. Βέβαια επειδή προήλθε από γυφτοφάσουλα δεν παρέλειψε να κάνει δύο-τρεις μπαντιές στη διαδρομή (φαντάσου δηλαδή να προέρχονταν από καγκουρό και να έβγαινε κάγκουρας σοφέρ!)
Έξω από το club το αδιαχώρητο! Φωνές από γυναίκες παντού, πικρόχολα σχόλια για την ενδυμασία των άλλων συμμετεχουσών, κάτι ψιλομαλλιοτραβήγματα κείθε και δώθε. 
Με το που σκάει μύτη η Σταχτομπούτα, όλα σταμάτησαν σαν να πάγωσε ο χρόνος. Ο πορτιέρης της ανοίγει χώρο να περάσει μέσα. Πανικός μες στο κλαμπ! Αμέσως-αμέσως, πριν προλάβει να παραγγείλει το Cosmopolitan της, άρχισαν να της την πέφτουν οι κλασσικοί κάγκουρες των club. Ατάκες τύπου έχω και 50ράκι φτιαγμένο πάμε καμιά βόλτα, και γεια σου τσολιά μου, και τη μουνάρα είσαι συ, έδιναν και έπαιρναν στο περασμά της. 
Στο μεταξύ το αρχοντόπουλο ο Ξεπαρθένης στεκότανε σε μια γωνία σιωπηλός και έπεινε το Scotch του. Είχε ξενερώσει μ' όλα αυτά τα ψώνια που του κουβαλήθηκαν και του την έπεφταν πρόστυχα και ασύστολα. Ένιωθε ότι στη ζωή του αρκετά γάμησε...ήθελε να βρει ένα κορίτσι της προκοπής να παντρευτεί. 
Από μακριά μπανίζει τη Σταχτομπούτα, και για 1,3 sec με το ρολόι, χάνει το ως του και τη μιλιά του. Ένιωσε ταχυπαλμία όταν πέρασε από δίπλα του, αίσθημα καύσου στο λαιμό και το στομάχι, αυξήθηκε η πίεση, ξεκίνησε σιελλόροια, και ας μην πούμε τί γινότανε μέσα στο γεμάτο καρδούλες και χελωνάκια μποξεράκι του.
Η Σταχτομπούτα τα καταλαβαίνει όλα αυτά και κάνει πώς σκύβει να δέσει το λουράκι από το γοβάκι αφήνοντας να φανεί η στριγκάρα της. Ο Ξεπαρθένης τα παιξε! (Δεν χάνει καιρό, και πάει να της πιάσει κουβέντα. Μετά από λίγο άρχισαν να χωρεύουν μαζί, από τσιφτετέλια και beatάκια μέχρι και γιάνγκα.
Κατά τις 11.30 της προτείνει να της δείξει τη όμορφη που είναι η τουαλέτα του club. Η Σταχτομπούτα δέχτηκε με δισταγμό. Κατεβαίνουν λοιπόν στην τουαλέτα και ο Γιώργος της δείχνει τον χρυσοποίκιλτο νεροχύτη. Όπως σκύβει η Σταχτομπούτα να δει το νεροχύτη, τσουπ της χουφτώνει το δεξί μερί. 
-Επ τί κάνεις εκεί πρόστυχε; Λέει με δήθεν ενόχληση η Σταχτομπούτα!
-Έεεεελα που δεν σ' αρέσει;;;Λέει μακρόσυρτα ο Γιώργος. Ε, να μην τα πολυλογούμε, είχαν έναν διάλογο του παραλόγου και τελικά φασώθηκαν. 
Κατά τις 12 παρά κάτι, εκεί που ο Γιώργος δεν μπορούσε άλλο να ελέγξει το μικρό Γιωργάκη (που όμως δεν ήτανε τόσο μικρός), βγάζει ένα δίευρο και πάει στον αυτόματο πωλητή προφυλακτικών να πάρει 2-3 πουτσοσκούφια. 
Ξαφνικά η Σταχτομπούτα βλέπει το ρολόι και η ώρα είχε πάει 12 παρά 5! Αρχίζει λοιπόν να τρέχει σφαίρα προς την έξοδο, ενώ ο Ξεπαρθένης έμεινε με την ψωλή στο χέρι. Με τα παντελόνια μισοκατεβασμένα έτρεχε ξοπίσω της, σκοντάφτει πέφτει, και την χάνει από τα μάτια του. Η Σταχτομπούτα 12 παρά ένα κατέβαινε τη μεγάλη σκάλα του Privileg, όταν με το που βγαίνει στο δρόμο, τα μάγια λύνονται! Συνειδοποιεί όμως ότι έχασε το ένα της γοβάκι...(το οποίο για έναν ανεξήγητο λόγο δεν εξαφανίστηκε). Αλαφιασμένη φτάνει στο σπίτι λίγο πριν τις αδερφές και τη μητριά της. 
Την επομένη, είχε γίνει χαμός στην πόλη για το χθεσινοβραδυνό συμβάν! Όλα τα κουτσομπολίστικα έδειχναν και ξαναέδειχναν την τούμπα του ξεπαρθένη με τα βρακιά μισοκατεβασμένα, αλλά κανένας δεν πρόλαβε να δεις τη Σταχτομπούτα. 
Ο Ξεπαρθένης ξεκίνησε μια εκστρατεία ανεύρεσης της Σταχτομπούτας. Πήρε σβάρνα τα στενά και τους δρόμους, τα μεγαλόσπιτα και τις παράγκες για να βρει την γυναίκα της ζωής του. Σε καμιά από όσες δοκίμασε το παππούτσι δεν ταίριαξε. Κάποια στιγμή λοιπόν φτάνει και στο σπίτι της Σταχτομπούτας. Οι Ρίτσα και η Νίτσα δοκίμασαν σαπούνια, λάδια, να κόψουν τα νύχια τους και ότι άλλο μπορούσαν να σκεφτούν για να χωρέσει το παππούτσι. Του κάκου όμως! Απογοητευμένος ο πρίγκηπας βλέπει μια κοπελίτσα στα 4 να σφουγγαρίζει και αυτό το κολαράκι κάτι του θύμισε...
- Θέλω και η κοπέλα να δοκιμάσει το γοβάκι!
- Μα αυτή δεν ήρθε καν στο χορό! Τσίριξε η μητριά. 
- Δεν με ενδιαφέρει, είναι κοπέλα και πρέπει να το δοκιμάσει. 
Προχωράει προς την σταχτοπούτα, της προσφέρει το γοβάκι το οποίο φοράει και μπαίνει με μεγάλη ευκολία εφαρμόζοντας τέλεια στο πόδι της. Σηκώνεται ευτυχισμένος και την αγκαλιάζει. Την πάει μέσα στο δωμάτιο με σκοπό να συνεχίσει ότι άφησε μισό το βράδυ του χορού. Όμως η Σταχτομπούτα μετά από μερικά παθιασμένα φιλιά τον σταματάει...
- Να ξέρεις...Δεν είμαι σε φάση που μπορώ να κάνω σχέση, πόσο μάλλον να παντρευτώ!
- Ναι μα φασωθήκαμε τις προάλλες το ξέψασες;
- Ντάξει δεν το μετάνιωσα, μ' αρέσεις, μ' ελκύεις, ξέρεις πώς να ικανοποιείς τις γυναίκες, αλλά νιώθω ότι θα μπω σε ένα τριπάκι το οποίο θα ξεφύγει από τον έλεγχο μου, γιατί προχτές γίνανε τα πράματα τόσο απότομα! Πηδήξαμε πολλά στάδια και δεν ήμουνα έτοιμη γι' αυτό...
- Και τί έχεις στο μυαλό σου;
- Μεγάλοι και ώριμοι άνθρωποι είμαστε, μπορούμε θαρρώ να βλεπόμαστε και χωρίς δεσμεύσεις με σχέσεις και γάμους και τέτοια χαζά, και αν είναι δυνατόν, κρυφά από τον περιγυρό μας...
Να μην σας τα πολυλογώ, ο Ξεπαρθένης έμεινε μαλάκας από τη δήλωση της, σύναψε σύμφωνα με τις απαιτήσεις της μία τύπου ελεύθερη σχέση, χωρίς δεσμεύσεις, βρίσκονταν πού και πού, περνούσαν καλά, και μετά γυρνούσαν πίσω στη ζωή τους. Ακόμα κι έτσι οι κακές αδερφές και η μητριά ντροπιασμένες εξαφανίστηκαν από τη χώρα, και δεν ενόχλησαν ποτέ ξανά τη Σταχτομπούτα η οποία τώρα δουλεύει ως μπαργούμαν στο μπαρ Ναυάγιο κοντά στο λιμάνι (ναι εκεί που είχε πάει και η Αρλέτα και γνώρισε εκείνον τον μπεκρή Άγιο).

Όπως βλέπετε, το ηθικό δίδαγμα είναι ότι με τις γυναίκες δεν βγάζεις άκρη ούτε στα παραμύθια...Συνεπώς, κοιτάχτε να "εκμεταλλεύεστε" με την καλή έννοια, ότι απλόχερα σας προσφέρουν μια δεδομένη στιγμή, γιατί την αμέσως επόμενη υπάρχει κίνδυνος να μην σας προσφέρουν τίποτα. Παρόλα αυτά είναι μυστήρια και γοητευτικά πλάσματα... ;) 

Φιλάκια...

2 σχόλια:

  1. Volvox, όπως ακριβώς νομίζεις πως οι άνδρες μπορούν να εκμεταλλευτούν τις γυναίκες με την οποιανδήποτε έννοια, έτσι ακριβώς και αυτές εκμεταλλεύονται τους άνδρες το ίδιο αν όχι πολύ παραπάνω διότι οι γυναίκες ακόμα και στον έρωτα λειτουργούν εγκεφαλικά παρά συναισθηματικά ενώ οι άντρες κινούνται σε ένα πιο συναισθηματικό μοτίβο. Οι γυναίκες τείνουν να επεξεργάζονται ξανά και ξανά τα δεδομένα μιας υπάρχουσας κατάστασης και να έχουν ήδη δεκάδες εναλλακτικές εκεί που ο άντρας σκέφτεται απλά μια ακόμη στιγμή. Άρα, έχω την αίσθηση πως η εκμετάλλευση των ανδρών από τις γυναίκες είναι πολύ πιο ύπουλη, πιο έμμεση, πιο εγκεφαλική, πιο εθιστική... Τί λες;

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Συμφωνώ απόλυτα...άλλωστε ο άνδρας πάντα ήτανε κυνηγός που η αναζήτησή του τελειώνει μόλις χτυπήσει το θήραμα, ενώ η γυναίκα πάντα ήτανε συλλέκτρια που σημαίνει...συλλογή πληροφοριών, κρίση, συλλογή αντικειμένων. Από την προϊστορία έτσι είναι ;)
    Αν και με τη λέξη "εκμεταλλευτείτε", δεν εννοούσα ακριβώς αυτό. Πιο πολύ αποτελεί προτροπή προς απόλαυση της στιγμής, και άσε το μέλλον για την ώρα που θα έρθει ;)

    ΑπάντησηΔιαγραφή